Κοινωνικά

Σιωπή των αμνών

Σιωπή των αμνών; Ποιων; Εκείνων των ανθρώπων που σεβάστηκαν κραυγές των άλλων κι έμειναν σιωπηλοί ή μήπως φοβήθηκαν τη δική τους κραυγή; Δεν έχω καλή σχέση με τη σιωπή, μας ενώνει σκέτη αμφιθυμία! Όμως ακόμα κι οι αμνοί έχουν φωνή, κάτι βελάζουν κι αυτοί καθώς αναρριχώνται στο βουνό του βοσκού. Όχι, δεν είμαι πολεμοχαρής αλλά δε μπορώ τον φόβο. Δε θέλω σαματά, μα δε ν μπορώ εκείνον τον υπόκωφο αναβρασμό κάτω απ’ τα περσικά χαλιά μιας γαλαζοαίματης παράστασης.

Χαλιά στα σπίτια, χαλιά στα σχολεία, χαλιά στα γραφεία, παντού χαλιά. Άνθρωποι σαν πορσελάνινες κούκλες, κατά συνθήκη φιλίες, που μόλις φυσήξει λίγο ούριος άνεμος όλα θα γίνουν πανέμορφα μουσειακά εκθέματα σ’ εναν βυθό. Όχι δεν έχω καλή σχέση με τη σιωπή, με μπερδεύει συχνά. Πότε να φωνάξεις, πότε όχι; Αν σου βρίσουν το παιδί μιλάς; Θα του δείξεις πότε να μιλάει κι αυτό; Πότε να δέχεται, πότε ν’ αποδέχεται και πότε να παραδίνεται; Μας έφαγε αυτή η σιωπή. Μας έκανε μαλθακούς εκείνο το γλείψιμο στους άλλους, που νομίζουμε πώς κάτι θα προσθέσει στο μπαουλάκι της δικής μας ψευτοκαταξίωσης, εκεί που λες πως ίσως υπηρετήσεις κι εσύ το χαλί για να περπατήσεις επιτέλους.

Μα δεν είναι έτσι φτιαγμένη η γη. Η γη έχει χαλί της τα φύλλα, που άλλοτε πράσινα κι άλλοτε κίτρινα, άλλοτε λεία, τρυφερά κι άλλοτε ξερά και τραχιά, θα σκεπάσουν τη γη και θα την κάνουν πανέμορφη.

Η αλήθεια των ανθρώπων περπατάει ξυπόλητη. Την ζεσταίνει ήδη ο ήλιος. Δεν τα θέλει τα χαλιά όσο ακριβοκεντημένα κι αν ήταν. Δεν θέλει σιωπή το βουνό, γιατί ούτως ή άλλως δεν έχει. Όχι δεν είμαι βοσκός, αμνός θέλω να είμαι. Σιωπή όμως θα κάνω μόνο πάνω στα φύλλα, ποτέ στα χαλιά. Ποιος είδε ποτέ χαλί στρωμένο στο βουνό;