ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΕΣ

O πόνος κάτι θέλει να μας πει…..

Written by admin

Έκοψα το νήμα με το παρελθόν. Η συνέχεια με το μέλλον….

Μόνος έμεινα με την ύλη μου να ζω.

Ο νους πληγωμένος, παίζει το παιγνίδι των θεωριών….

Τον έχω δει στην πλώρη σκυφτό, πάνω από ένα σακ βουαγιάζ.

Περίεργα κοιτούσε χωρίς να ψάχνει.

Ξάφνου πήρε κάτι στο χέρι. Το πέταξε στη θάλασσα.

Με νοσταλγία, όσο η θάλασσα το έπνιγε, εκείνος παρακολουθούσε.

Έσκυψε ξανά, πήρε κάτι άλλο. Το πέταξε.

Αυτό γινόταν ώρα πολλή.

Με περιέργεια πλησίασα. Είδα να πετά πολύτιμα αντικείμενα αξίας.

Υπήρχε κάτι στο πρόσωπο του, που δεν σε άφηνε να τον πλησιάσεις πολύ.

Η κουλτούρα της απρόσωπης πόλης, ήταν καλά γαντζωμένη στο καθαρό, ευγενικό πρόσωπο.

Στα μάτια υπήρχε ένας πόνος, όχι τόσο της ψυχής.

Ποιος ξεχωρίζει τον σωματικό πόνο από τον ψυχικό πόνο;

Κοιτάς ένα πρόσωπο….

Ο πόνος ένα χαμόγελο γεμάτο αντιθέσεις. Ο πόνος κάτι θέλει να μας πει.

Στο τέλος, έναν καθρέφτη με χερούλι άρπαξε. (θύμιζε Βυζάντιο).

Το πρόσωπο του κοίταξε σαν για τελευταία φορά.

Με πρόσεξε απ’ τον καθρέφτη που στα κλεφτά κοιτούσα.

Γύρισε, με κοίταξε και τον καθρέφτη πέταξε, σε κάποιας όμορφης γοργόνας την αγκαλιά.

Έκλεισε το σακ βουαγιάζ.

Το πρόσωπο μελαγχολικό. Λάβα. Ηφαίστειο.

Οι λέξεις ξέφρενες έφευγαν από το στόμα, σαν τα αντικείμενα που πετούσε.

Αυτό που δεν κατάλαβα ήταν αν απευθυνόταν σε μένα, στον εαυτό του ή σε μια γοργόνα.

Σηκώθηκε στα λεπτά του πόδια, τρίκλισε και προχώρησε αγέρωχα προς την πρύμνη.

Δεν βιάστηκα να τον ξαναδώ, γιατί το ταξίδι στην Κύπρο βαστούσε σχεδόν τρεις μέρες.

Κι όμως, όσο τον έψαξα αργότερα δεν τον ξαναείδα.

Όταν φτάσαμε στην Κύπρο, δεν μπορώ να πω με απόλυτη σιγουριά, πως ο καπετάνιος που μας κοιτούσε,

με τα λευκά του ρούχα και το καπέλο, καθώς απομακρυνόμαστε από το πλοίο, μου θύμιζε τον ίδιο άντρα.

ΤΟΥ ΦΕΙΔΙΑ ΜΕΣΤΑΝΑ

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΩΚΕΑΝΟΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ