Άραγε πόσο εύκολα θα θυμούνται αυτές οι γενεές την απρόσμενη περίοδο ενός ανυποψίαστου διαρρήκτη που πήρε τη μορφή του Covid-19; Ποια ηλικία απο όλες θα έχει τις ακριβέστερες θύμησες ενός εγκλεισμού και των περιβόητων μηνυμάτων μετακίνησης; Τα παιδιά, τα εφηβάκια ή οι νεαροί φοιτητές;
Αν και δεν μπορούμε να αποχαιρετήσουμε την πανδημία ακόμη, μπορούμε να αποτιμήσουμε εν μέρει όσα αφήνει πίσω της. Είναι εμφανή τα συμπτώματα μίας βεντάλιας που μέσα στην παλίνδρομη κίνηση της, αποτυπώθηκε ως τον παράγοντα «χ» στην καθημερινότητα των μαθητών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Κάποια παιδιά ανυπομονούν να βγουν έξω από το σπίτι και να επαναστατήσουν, άλλα έχουν την ανάγκη να παραμείνουν μέσα με σχεδόν φοβικό τρόπο.
Το κάθε παιδί αντιδρά διαφορετικά. Κοινά χαρακτηριστικά μπορούν να θεωρηθούν τα ανεβασμένα επίπεδα άγχους όπως και η λεγόμενη «βαριεστημάρα» όλων των παιδιών. Η δεύτερη παρενέργεια στα παιδιά μας, αφορά στην παρατεταμένη έκθεσή τους στους υπολογιστές και τα ψηφιακά παιχνίδια έναντι των αληθινών παιχνιδιών. Μέσα στην πανδημία, αυτό που θίχτηκε σε βάθος ήταν το κύτταρο της ελεύθερης και δημιουργικής σκέψης πράγμα που ήταν ανέκαθεν συγκοινωνό δοχείο της δημιουργικής αλληλεπίδρασης και κοινωνικοποίησης. Η πανδημία αφαίρεσε αυτό το δικαίωμα από τα παιδιά, τους έφηβους και όλους εμάς που θέλαμε να ζήσουμε μακρυά από οθόνες και τηλέφωνα.
Τα παιδιά εμφάνισαν στοιχεία μίας δυσμενέστερης ικανότητας για προσήλωση σε οτιδήποτε μαθησιακό ή και απλά ένα βιβλίο χειρός. Οι έφηβοι κλείστηκαν κι άλλο στον εαυτό τους, μετέτρεψαν το δωμάτιό τους σε φοιτητικό διαμέρισμα και οι γονείς κρατήθηκαν μακρυά από μία πιο ισορροπημένη σχέση μαζί τους. Το μάθημα του σχολείου έγινε ένα καθημερινο στοίχημα αυτοσαρκασμού που καταδεικνύει ξανά την έλλειψη παιδείας στο εκπαιδευτικό μας σύστημα όπως και για τους εκπαιδευτικούς, όλα ενσάρκωσαν μία ακόμη ασυμβατότητα ανάμεσα σε ουσιαστική μάθηση και σχέση μαθητή -δασκάλου.
Τα παιδιά μας έχουν υποφέρει από την πανδημία και καλό θα κάνουμε να αναλάβουμε ευθύνη να επουλώσουμε τις πληγές τους. Χρειάζονται κοινωνικοποίηση, άθληση, πυτζάμα πάρτυ και φωτιά στις παραλίες με λουκάνικα σε αναμμένα κάρβουνα και κιθαρίτσα. Μας αναιρέθηκε το οξυγόνο της εγκάρδιας εγγύτητας και μπήκε στη θέση του ο φόβος για ζωή και θάνατο. Δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε τίποτα και κανέναν για όσα συμβαίνουν από την αρχή του 2020, πρέπει όμως να σηκώσουμε μανίκια και να ασχοληθούμε με τα κατάλοιπα της πανδημίας «εντός εκτός και επι τα αυτά».
Οι έφηβοι χρειάζονται ενθάρρυνση να βγουν έξω από τα δωμάτια και τα κινητά τους, τα παιδιά του Δημοτικού πρέπει να σκαρφαλώσουν δέντρα με τους φίλους τους και οι φοιτητές να ξαναερωτευτούν φλερτάροντας στις καφετέριες. Ακούγεται ίσως παράξενο που η θεραπεία μας είναι εκείνο που κάποτε έμοιαζε ανοριοθέτητο μέσα μας, ωστόσο αυτή η εποχή της ψηφιακής πολυπραγμοσύνης δημιουργεί την ψευδαίσθηση πως ζούμε με ανθρώπους ενώ τελικά σχετιζόμαστε κυρίως με τις εικόνες τους μέσα από φόβο και ανασφάλεια.
Τα παιδιά χρειάζονται άνοιγμα σε δραστηριότητες, περιπάτους, και παιχνίδια… Οι υπόλοιποι ας επιλέξουν ότι αγαπούν και ο,τι τους ψυχαγωγεί γιατί αυτή η πανδημία δεν έφερε ιό μόνο στα κύτταρα του σώματος αλλά και σε εκείνα του ψυχισμού μας. Η ικανοτητα του ανθρώπου να συνδέεται είναι αυτό που τον κρατά σε εγρήγορση μέσα απο μία βαθιά ευγνωμοσύνη. Εάν διαρρήξεις αυτή την επαφή, όσο δικαιολογημένος και εάν θα είναι ο λόγος, το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο. Θα πάψουμε να είμαστε ανθρώπινοι και θα καταλήξουμε φαντάσματα του εαυτού μας.
Ανοίξτε τις πόρτες να φύγουμε μακρυά από τετράγωνες οθόνες και πληκτρολόγια που πήραν φωτιά, ειδάλλως η συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών μας θα υποστεί τεράστιο πλήγμα.