Σε ποιο κομμάτι της βασιλόπιτας θα σε βρω; Σε ποιον όροφο ανεβαίνεις όταν χαίρεσαι, από ποιο σύννεφο πέφτεις όταν λυπάσαι; Με ποιον σου εαυτό μιλώ όταν είμαι παιδί; Ποιος βγαίνει όταν κλαίω;
Προσδιόρισες τον εαυτό σου με αριθμούς, ηλικία και ύψος; Κράτησες ή απώλεσες το απροσδιόριστο της ψυχής; Πως να χωρέσεις το απροσμέτρητο;
Πες μου, πού θα συναντηθούμε; Σε ποια φωτογραφία αποθανατίζεις τη ζωή σου; Ζεις με τα εισερχόμενα του νου ή τα εξερχόμενα της καρδιάς; Σε ποιο παραθυρόφυλλο θα συναντήσω το βλέμμα σου;
Οι άνθρωποι ανοίγουν διάπλατα τις μπαλκονόπορτες να μπει η σκόνη και αφήνουν τα μάτια ερμητικά κλειστά να μην αντικρίσουν το φως.
-«Τι κάνεις, πώς είσαι;» -«Καλά είμαι, εσύ;» -«Που θα σε συναντήσω;» -«Έλα εκεί που λιγόστεψαν οι λέξεις και στέγνωσαν στα ποτάμια της σιωπής. Έλα εκεί που δεν μιλάει κανείς. Άκου και θα με βρεις εκεί…»