Η ΜΟΝΑΞΙΑ θέλει κουράγιο να τη ζήσεις, θέλει θάρρος γιατί ψάχνεις φως μες στο σκοτάδι. Μοναξιά κι ατομικότητα σαν εξαδέλφες μακρινές, που σαν βρεθούνε μια μέρα ξαφνικά, κολλάνε για πάντα σαν να μη χώρισαν ποτέ. Θέλει κότσια κι ανδρισμό να πεις όχι στη ψευτο-συντροφιά και τις ακριβοπληρωμένες στιγμές που εσύ έγινες ζάχαρη για το καφέ του κι εκείνος γάλα για τον δικό σου, μα δεν ήπιατε ποτέ από το ίδιο φλυντζάνι. Θέλει θάρρος να πεις όχι σε ο,τι σε μετατρέπει σε όπιο για να ξεχάσεις αυτό που δε θυμάσαι πια.
Η μοναξιά θέλει θάρρος γιατί δραπετεύεις από την άγονη γη της αυτο-ΑΓΝΟΙΑΣ, μιας πατρίδας αφιλόξενης, που δεν έχει καν ταυτότητα. Μα δεν ειναι η μοναξιά που φέρνει απελπισία. Η απελπισία φέρνει μοναξιά. Η μοναξιά θέλει μάτια να κλείσεις γιατι αν τ’αφήσεις ανοιχτά θα δεις μονάχα αυτήν. Θέλει ανδρεία να την αφήσεις να σου φιλήσει απαλά το μάγουλο, θυμίζοντας σου όλους τους τρόπους, που της έστειλες πρόσκληση να δειπνήσετε μαζί.
Η μοναξιά δεν υπάρχει από μόνη της γιατί ο άνθρωπος δεν έχει γευστικό κάλυκα να την καλοδεχτεί. Θέλει θάρρος η μοναξιά, γιατί ξέρουμε πώς να την κρατούμε στις φωνές, μα δεν ξέρουμε να τη χάνουμε στη σιωπή. Μοναξιά σαν αέρινη ψευδαίσθηση, όταν οι πόροι σου διψούν κάποιος να σε σώσει, κάτι να κρύψεις, κάπου να στεριώσεις, κάπως ν’ αναστηθείς.
Δεν υπάρχει μοναξιά, γιατί πάντα κάποιος θα σου ψιθυρίζει μια λέξη κι ας είναι ζητιάνος. Ας είναι εκείνος ο ρακένδυτος άστεγος, που κάποτε απαξίωσες με τη λύπηση κι όμως εκείνος στα μάτια σου, είδε όλη την αλήθεια. Γιατί όποιος τα έχασε κάποτε όλα, δε φοβάται πλέον τη βροχή.
Ας είναι κάποιος επαίτης που κάτι θα σου πει. Η μοναξιά θέλει θάρρος γιατί ακόμα κι αν ζητιανέψεις την αγάπη θα την έχεις παρέα, η μοναξιά θέλει θάρρος γιατί μόνο εκεί περπατάς με γόνατα και βλέπεις με τα μάτια κλειστά.